«Συγχωρέστε με, η ζωή είναι ανυπόφορη για μένα…» έγραφε η Δαλιδά στο τελευταίο της σημείωμα. Λίγα λεπτά μετά, η γυναίκα που σημάδεψε το γαλλικό τραγούδι, πήρε υπερβολική δόση βαρβιτουρικών και πέθανε στο σπίτι της στο Παρίσι.
Η τεράστια καλλιτέχνιδα και απόλυτη femme fatale που με το τραγούδι της μάγευε τα πλήθη, η Δαλιδά, γεννήθηκε στις 17.01.1933 κι έφυγε από τη ζωή στα 54 της χρόνια στο Παρίσι όταν όλοι φώναζαν ακόμα δυνατά το όνομά της.
Μία ζωή γεμάτη επιτυχίες, λάμψη αλλά και δράματα που προμήνυαν το τραγικό της τέλος.
Έζησε τρεις μεγάλους έρωτες, αρχικά με τον Γάλλο μάνατζερ Λυσιέν Μορισσέ, μετά με τον Ιταλό τραγουδιστή Λουίτζι Τένκο και στη συνέχεια με τον Γάλλο παρουσιαστή Ρισάρ Σανφρέ. Και οι τρεις έβαλαν τέλος στη ζωή τους. Και κάπως έτσι το τέλος της, ήταν μοιραία ανάλογο.
Το μόντελινγκ και η «γέννηση» της Δαλιδά
Η Δαλιδά γεννήθηκε στο Κάιρο της Αιγύπτου στις 17.01.1933. Το πραγματικό της όνομα ήταν Γιολάντα Κριστίνα Τζιλιότι. Οι γονείς της Ιταλοί που μετανάστευσαν στο Κάιρο, κι εκείνη η μικρότερη κι είχε δύο αδερφούς, τον μεγαλύτερο Ορλάντο και τον μικρότερο Μπρούνο.
Ο πατέρας της ήταν το πρώτο βιολί στην Όπερα του Καΐρου και μητέρα της μοδίστρα. Η Γιολάντα μεγαλώνει με τους δυο αδερφούς της, ο ένας απ’ τους οποίους χρόνια αργότερα θα γινόταν και μάνατζέρ της.
Όταν ήταν 10 μηνών κόλλησε ένα μικρόβιο, που της προκάλεσε μόλυνση στα μάτια. Στην ηλικία των δύο ετών η μόλυνση αυτή την ανάγκασε για 40 μέρες να είναι με τα μάτια με δεμένα. Παρά τα δύο χειρουργεία ως τα 14, η αποκατάσταση δεν λειτουργεί. Τον πρώτο καιρό αναγκάστηκε να φοράει γυαλιά με χοντρούς φακούς αλλά κάποια στιγμή απηύδυσε και προτίμησε να βλέπει θολά.
Ως έφηβη, προοριζόταν για καριέρα γραμματέα. Το 1951 συμμετείχε κρυφά σε έναν διαγωνισμό ομορφιάς. Τρία χρόνια αργότερα, συμμετείχε στον διαγωνισμό Μις Αίγυπτος και κέρδισε το πρώτο βραβείο. Στη συνέχεια προσλήφθηκε ως ηθοποιός για να κινηματογραφήσει σε ταινίες στο Κάιρο, το Χόλιγουντ της Ανατολής. Την εντόπισε εκεί ένας Γάλλος σκηνοθέτης, ο Μαρκ Ντε Γκαστίν.
Η Γιολάντα, που θα γίνει Δαλιδά, ονειρεύεται το Παρίσι. Παρά την απροθυμία της οικογένειάς της, στις 25 Δεκεμβρίου 1954, έφυγε για την «πόλη του έρωτα».
Οι καιροί είναι δύσκολοι. Ο γαλλικός κινηματογράφος δεν έχει θέση για αυτήν. Έτσι, για να συντηρήσει τον εαυτό της, κάνει μαθήματα τραγουδιού. Εργάστηκε σε ένα καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία.
Οι εμφανίσεις της θα αφήσουν εποχή και όλοι θα μιλούν για την «αποκάλυψη του γαλλικού τραγουδιού», που ακούει στο όνομα, πια, Δαλιδά. Ένας σύντομος γάμος θα γίνει αφορμή για να πάρει την γαλλική υπηκοότητα.
Φωτογραφία αρχείου: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η Δαλιδά και ο Λισιέν Μορισέ
Η Δαλιδά συμμετείχε σε ένα διαγωνισμό νέων ταλέντων στο «Ολυμπιά». Εκεί ερμήνευσε το τραγούδι «Étranger au paradis» και αμέσως τράβηξε την προσοχή του διευθυντή του θεάτρου Μπρούνο Κοκουατρίξ, του Έντι Μπάρκλεϊ, ιδιοκτήτη της ομώνυμης δισκογραφικής εταιρείας και του μουσικού παραγωγού του ραδιοφώνου Europe 1, Λισιέν Μορισέ. Είναι αποφασισμένοι να βρουν το μαργαριτάρι που θα τους φέρει επιτυχία και το βρήκαν.
Αμέσως υπέγραψαν συμβόλαιο. Το πρώτο τραγούδι είχε τίτλο «Madona». Όμως παρότι προωθήθηκε από τον Μορισέ, δεν έγινε μεγάλη επιτυχία.
Το 1956 η 23χρονη Δαλιδά κυκλοφορεί το τραγούδι «Bambino» που γνωρίζει τεράστια επιτυχία. Έμεινε για ένα χρόνο στο top 10 της Γαλλίας και πούλησε περισσότερα από 300.000 αντίτυπα την πρώτη εβδομάδα της κυκλοφορίας του, αριθμός – ρεκόρ για την γαλλική δισκογραφία.
Όλα τα φώτα είναι τώρα πάνω στην Δαλιδά και η καριέρα της απογειώνεται. Τραγουδάει σε 10 διαφορετικές γλώσσες, κάνει συνέχεια περιοδείες σε Γαλλία, Αίγυπτο, Ιταλία και ΗΠΑ. Το 1961 η Δαλιδά πραγματοποίησε για ένα μήνα sold out παραστάσεις στο «Ολυμπιά». Λίγο αργότερα θα ξεκινήσει μια περιοδεία στο Χονγκ Κονγκ και το Βιετνάμ.
Είναι η αγαπημένη τραγουδίστρια και βρίσκεται στα charts μπροστά από την Εντίθ Πιάφ και τον Ζακ Μπρελ.
Οι ώρες που περνάει με τον Μορισέ γεννούν κι έναν μεγάλο έρωτα. Τον Απρίλιο του 1961, ο Μορισέ και η Δαλιδά παντρεύτηκαν στο Παρίσι. Εκείνος ήταν ήδη παντρεμένος και προηγήθηκε ένα διαζύγιο.
Το 1962 η Δαλιδά αγοράζει στην Μονμάρτρη ένα αρχοντικό, που ο Τύπος της εποχής θα ονομάσει «Κάστρο της Ωραίας Κοιμωμένης».
Ο Λισιέν Μορισέ δεν την αφήνει να αναπνεύσει: δουλειά, δουλειά, δουλειά. Η Δαλιδά νιώθει καταπιέζεται και θέλει να βρει την ελευθερία της.
Αμέσως μετά το γάμο, η Δαλιδά ξεκίνησε την διεθνή περιοδεία, που την έφερε και στις Κάννες. Εκεί ερωτεύτηκε τον Ζαν Σομπιέσκι. Ζούσε το πάθος με τον Σομπιέσκι χωρίς να ξεχνά την καριέρα της.
Το καλοκαίρι του 1962 η Δαλιδά τραγούδησε το «Petit Gonzalez» ακόμα μία μεγάλη επιτυχία.
Δυο χρόνια μετά το γάμο, Δαλιδά και Μορισέ πήραν διαζύγιο. Ο Μορισέ δεν ήθελε να το πιστέψει αλλά και για την Δαλιδά δεν ήταν μια εύκολη περίοδος. Κλείστηκε στον εαυτό της και άφησε για λίγο πίσω την καριέρα της. Έγινε πιο σοφιστικέ, διάβαζε περισσότερο και προχώρησε σε μια ριζική αλλαγή στην εμφάνισή της. Έγινε ξανθιά. Η νέα εικόνα ενίσχυσε την θηλυκότητα της.
Το 1965, τραγούδησε τον Ζορμπά που συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης για την ταινία, με πρωταγωνιστή τον Άντονι Κουίν. Ονειρεύεται γάμο αλλά δεν υπάρχει μνηστήρας στον ορίζοντα. Το τραγούδι καταλαμβάνει όλο τον χρόνο από τη ζωή της.
Στα προσωπικά είναι μόνη, στα επαγγελματικά, μάνατζέρ της είναι πια ο νεότερος αδελφός της Μπρούνο και γραμματέας η ξαδέρφη της, Ρόζι.
Η αυτοκτονία του Λουίτζι Τένκο που δεν άντεξε την αποτυχία
Τον Οκτώβριο του 1966 γνωρίζει και ερωτεύεται παράφορα τον νέο και ταλαντούχο συνθέτη Λουίτζι Τένκο. Αρχίζουν να δουλεύουν μαζί ένα τραγούδι για το φεστιβάλ του Σαν Ρέμο του ερχόμενου Ιανουαρίου. Το τραγούδι λέγεται «Ciao Amore, Ciao». Είχαν αποφασίσει να παντρευτούν ερχόμενο Απρίλιο, αλλά δεν πρόλαβαν…
Ενώ η Δαλιδά στο Σαν Ρέμο ξεσήκωσε με την ερμηνεία της, ο Τένκο δεν έπεισε. Κανείς τους δεν κέρδισε και ο Τένκο, θύμωσε και τα έβαλε με τους κριτές και το κοινό. Το ίδιο βράδυ, ενώ έτρωγαν στο εστιατόριο του ξενοδοχείου με στελέχη της δισκογραφικής εταιρείας, ο Λουίτζι Τένκο ανέβηκε στο δωμάτιό τους. Η Δαλιδά θα ανέβει στο δωμάτιο για να δει γιατί αργεί. Είχε αυτοκτονήσει με μία σφαίρα στο κεφάλι.
Η Δαλιδά είναι συντετριμμένη. Λίγους μήνες αργότερα, σε απόγνωση, αποπειράθηκε με τη σειρά της να αυτοκτονήσει χρησιμοποιώντας βαρβιτουρικά.
Άρχισε να συνέρχεται σιγά-σιγά, κάποιους μήνες μετά, κάνοντας στροφή στην καριέρα της με πιο σοβαρά τραγούδια. Σύμφωνα με δηλώσεις της θα τραγουδούσε μόνο ότι είχε πια σημασία για την ίδια.
Ξεκινάει ταξίδια στην Ινδία, ασχολείται με τον διαλογισμό σε μία προσπάθεια να αφήσει να πατήσει στα πόδια της.
Όλα αυτά φαίνεται να την απομακρύνουν από το τραγούδι το οποίο ωστόσο δεν ξεχνά. Τον Αύγουστο του 1970 κάνει μεγάλη επιτυχία με το «Darladiladada». Με την επιστροφή της στο Παρίσι, ηχογράφησε το «Dans le temps».
Το τέλος του Μορισέ
Στο πλευρό της βρισκόταν πάντα ο πρώην σύζυγός της, που παρέμενε ερωτευμένος μαζί της. Το 1970 όμως ο 41χρονος Μορισέ αυτοκτόνησε. Ακόμα ένα ισχυρό πλήγμα για την Δαλιδά.
Το 1973 κυκλοφορεί στα γαλλικά το ιταλικό «Paroles, paroles». Η Δαλιδά το τραγούδησε με τον καλό της φίλο Αλέν Ντελόν. Οι δυο τους είχαν συναντηθεί καιρό πριν, όταν στα 21 της συμμετείχε σε διάφορα κάστινγκ. Οι δυο τους άρχισαν ένα μυστικό αλλά σύντομο ειδύλλιο.
Το τραγούδι έγινε νούμερο 1 στα charts της Γαλλίας, της Ευρώπης και της Ιαπωνίας μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες. Οι ακροατές το ζητούσαν συνέχεια στα ραδιόφωνα.
Επόμενη κυκλοφορία ήταν το «Il Venait d’Avoir Dix-Huit Ans», και θα ακολουθήσει το 1974 το «Gigi l’Amoroso», που έφτασε στο νούμερο 1 σε 12 χώρες κι αναφέρεται στον πρώην αγαπημένο της Λουίτζι Τένκο. Μετά από αυτό ακολούθησε μια μεγάλη περιοδεία με εμφανίσεις σε Ιαπωνία, Καναδά και Γερμανία. Η ντίσκο θα «συναντήσει» την Δαλιδά το 1976 με το τραγούδι «J’attendrai».
Τον Νοέμβριο του 1977 συμμετείχε σε ένα Μπροντγουέι-σόου στο Carnegie Hall της Νέας Υόρκης, σε χορογραφία του Λέστερ Γουίλσον που κέρδισε διθυραμβικά σχόλια. Το 1979 η Δαλιδά ηχογράφησε το τραγούδι «Salma Ya Salama», βασισμένο σε ένα παλιό αιγυπτιακό τραγούδι για την νοσταλγία της πατρίδας.
Η Δαλιδά έγινε η πρώτη τραγουδίστρια, που ένωσε αραβική και δυτική μουσική. Στην Αίγυπτο γίνεται δεκτή σαν βασίλισσα, με τον ίδιο τον Αιγύπτιο πρόεδρο να την παραλαμβάνει από το αεροδρόμιο.
Συνεργάστηκε με πολλούς Έλληνες συνθέτες όπως Θεοδωράκης, Χατζιδάκις και Παπαθανασίου, διασκευάζοντας τραγούδια τους.
Ο έρωτας με τον Ρισάρ Σανφρέ και η τρίτη αυτοκτονία στη ζωή της
Δυο χρόνια αργότερα, ερωτεύεται παράφορα τον «Κόμη του Ζεν Ζερμέν», τον Ρισάρ Σανφρέ. Ο έρωτας την βοηθάει να «επιστρέψει» στη ζωή μετά τις τραγωδίες.
Για τα επόμενα δύο χρόνια κυριαρχεί στον τύπο η πολιτική της υποστήριξη στον νέο πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν και όλοι μιλούν για την «κρυφή σχέση» τους. Όταν εκείνη κυκλοφόρησε το τραγούδι «Gigi l’ amoroso», πολύ θεώρησαν ότι το αφιερώνει στον Μιτεράν, γιατί οι μυστικές υπηρεσίες του είχαν δώσει το ψευδώνυμο «Mimi l’Amoroso».
Θα φύγει από το Παρίσι για να επιστρέψει το 1983. Ο Σανφρέ όμως δεν αντέχει άλλο τον χωρισμό τους και αυτοκτονεί στο Σεν Τροπέ. Η Δαλιδά θα το μάθει αργότερα, θα χάσει τη γη κάτω από τα πόδια της αλλά και τον ενθουσιασμό της για το τραγούδι.
Το 1986 κυκλοφορεί το τελευταίο ολοκληρωμένο άλμπουμ της Δαλιδά με τίτλο «Le visage de l’amour», με τελευταίο τραγούδι το και «Mourir Sur Scène». Μετά την αυτοκτονία του Σανφρέ, η Δαλιδά ψυχολογικά κατάρρευσε εντελώς.
Ο θρύλος που τρέφεται από τραγικά πεπρωμένα… Αυτός θα μπορούσε να είναι ο τίτλος της ζωής της. Νιώθει ότι πέτυχε ως καλλιτέχνης, αλλά απέτυχε ως γυναίκα. Δεν έχει σύζυγο, δεν έχει παιδιά, τα χρόνια αρχίζουν να τη βαραίνουν.
Ερμηνεύει το «Εγώ, θέλω να πεθάνω στη σκηνή…». Όμως, γνωρίζοντας ότι η ζωή δεν μπορεί πλέον να της φέρει τίποτα, αποφασίζει να αποκοιμηθεί για πάντα το βράδυ της 2ας Μαΐου 1987 και αφήνει ως τελευταίο σημείωμα έχοντας λάβει μία ισχυρή δόση βαρβιτουρικών. Σε αυτό γράφει: «Συγχωρέστε με, η ζωή είναι αφόρητη για μένα».
Ο ξαφνικός της θάνατος βύθισε στη θλίψη Γαλλία και Αίγυπτο. Μετά τον θάνατό της, το όνομά της δόθηκε σε μια από τις μεγαλύτερες πλατείες της Μονμάρτης.
Πηγή: newst